Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2013

   Η ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΜΑΡΚΟΓΙΑΝΝΑΚΗ ΠΟΥ "ΕΦΥΓΑΝ" ΜΕ ΔΙΑΦΟΡΑ ΛΙΓΩΝ ΛΕΠΤΩΝ ΑΠΟ ΤΗ ΖΩΗ


1Την έσφιξε στην αγκαλιά του, με τον δικό του, τρυφερό και δυνατό τρόπο μαζί, που εκείνη γνώριζε ακόμη και μέσα στα σκοτάδια της Αλζχέϊμερ.

Του είπαν ότι «έφυγε» και περίμεναν το ξέσπασμά του. Ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης όμως ήταν Κρητικός της παλιάς γενιάς. Γιος του πατέρα του και εγγονός του παππού του, που πίστευαν ότι ο άντρας δε φανερώνει τα αισθήματά του. Όσο πιο βαθειά είναι τόσο πιο αφανέρωτα.

Βγήκε στην αυλή της «Θαλπωρής», αξημέρωτα ακόμη κι’ έβγαλε να καπνίσει ένα τσιγάρο, όπως έκανε όταν η καρδιά του είχε φουρτούνες.

Παγωνιά γύρω του, αλλά πού να νοιώσει κρύο. Φλογισμένη η καρδιά του από τον πόνο για την αγαπημένη που δε θα έσφιγγε ξανά στην αγκαλιά του, το μόνο που τον απασχολούσε ήταν να μην την αποχωριστεί. Να μην την αφήσει μόνη της στο μεγάλο ταξίδι.

Ποιος ξέρει με πόση δύναμη, αυτός ο γενναίος Κρητίκαρος, ο σοβαρός και αμίλητος, έκανε την προσευχή του και ο Θεός τον άκουσε! Περίμενε λίγο να δει το μεγάλο του γιο, το Νικόλα, που ήταν στο δρόμο και μετά έγειρε και άφησε την τελευταία του πνοή, λίγο πιο πέρα από την αγαπημένη του, όταν το σώμα της ήταν ζεστό ακόμη...

Είπαν ότι πέθανε από καρδιά. Στα κρύα πιστοποιητικά θανάτου δε γράφεται όταν πεθάνει κανείς από αγάπη. Όταν προστάζει την καρδιά του να σταματήσει να χτυπά και αυτή τον υπακούει!

«‘Ετρεξα, μόλις μου τηλεφώνησαν, πέντε η ώρα το πρωϊ της Παρασκευής, από τη «Θαλπωρή», μουδιασμένος από το φοβερό νέο και βρήκα τον πατέρα έξω στο courtyard, να καπνίζει. Έκανε φοβερό κρύο, του είπα να πάμε μέσα, αλλά ήταν σα να βρισκόταν ήδη σε άλλο κόσμο. Με κοίταξε μ’ ένα βλέμμα που δε θυμάμαι να με είχε κοιτάξει ποτέ πριν. «Είσαι καλά παιδί μου;» με ρώτησε και ο πόνος όλου του κόσμου ήταν σα να είχε συγκεντρωθεί στα μάτια του. «Ναι πατέρα, αλλά πάμε μέσα», του είπα, όσο πιο μαλακά μπορούσα. Έβλεπα ότι ο πόνος τον είχε τσακίσει.

Μού έδωσε το πακέτο τα τσιγάρα του, πράγμα που εκείνη την ώρα δεν μπορούσα να εξηγήσω. Ήταν σα να μου έλεγε ‘δεν τα χρειάζομαι πια.

Γονάτισα μπροστά του, όπως καθόταν στο παγκάκι, αμίλητος και ξαφνικά είδα το μισοτελειωμένο τσιγάρο που κρατούσε να πέφτει από το χέρι του. Έγειρε το κεφάλι του και νόμισα ότι τον πήρε ο ύπνος. Δεν έκανα λάθος. Ήταν όμως ο αιώνιος ύπνος. Αυτός που θα τον έφερνε πάλι κοντά στη μητέρα μου, στον άνθρωπο που λάτρεψε σ’ όλη του τη ζωή και ήταν αποφασισμένος να μην αφήσει ούτε το θάνατο να τους χωρίσει».

Ο Νίκος Μαρκογιαννάκης, ο πρωτότοκος του Χρήστου και της Μαρίας, μιλάει στο neoskosmos.com και δε μπορεί ακόμη να πιστέψει ό,τι συνέβη το πρωϊ της 17ης Ιουλίου. Από την άλλη πλευρά όμως δεν τον παραξενεύει.

«Οι γονείς μου ζούσαν ο ένας για τον άλλον. Ποτέ δεν πήγαινε ο πατέρας κάπου μόνος του. Έπρεπε να έχει και τη μητέρα μου δίπλα του. Δεν ήξερε τι θα πει καφενείο, αλλά ούτε και ανδρικές παρέες. Κοίταζε το σπίτι και τα παιδιά του. Ήταν λιγόλογος, αυστηρός, σε αντίθεση με τη μητέρα μου η οποία ήταν η προσωποποίηση της χαράς. Το γέλιο της αντηχούσε σ’ όλο το σπίτι. Ατελείωτες οι ιστορίες της για την οικογένεια, τα παράξενα του χωριού, τους περίεργους τύπους που μπορούσε να μιμείται καταπληκτικά. Ήταν η ζωή στις παρέες, γι’ αυτό το πηγαίο της χιούμορ, τη ζεστασιά, την αγάπη της για τον συνάνθρωπο, το ότι ήταν πάντα έτοιμη να βοηθήσει μ’ όποιον τρόπο μπορούσε. Ήταν επίσης φοβερή μαγείρισσα, γνωστή για την παραδοσιακή κρητική κουζίνα που δίδαξε και στα εγγόνια της».

Ο Νικόλας Μαρκογιαννάκης είναι φανερά φορτισμένος από την εισροή των αναμνήσεων, συγκινημένος, αλλά και περήφανος μαζί για τους γονείς του, που πραγματικά φαίνεται, όχι μόνο να ήταν στενά δεμένος μαζί τους, να τους λάτρευε, αλλά και να τους θαύμαζε.

Από Κρήτη, Αυστραλία

Πάμε, μαζί, αργά και διακριτικά στην εποχή που ήλθαν στην Αυστραλία, από τα Χανιά της Κρήτης το 1966, όλοι μαζί. Ο Χρήστος και η Μαρία Μαρκογιαννάκη, με τα δυο τους αγόρια, τον Νικόλα 8 χρόνων και τον Παντελή 6.

«Ο πατέρας μου ήταν γεωργός και η προοπτική για ένα καλύτερο μέλλον, εκεί στο χωριό, κάθε άλλο παρά ενθαρρυντική. Έφευγαν πάρα πολλοί την εποχή αυτή για την Αυστραλία, ακόμη και πολύ πριν από μας. Οι γονείς μας, είδαν αυτό το ταξίδι, σαν μια ευκαιρία να μας εξασφαλίσουν μια ανώτερη μόρφωση, να δημιουργήσουν κάποια βάση για μια καλύτερη ζωή για την οικογένεια. Ήδη ήταν η αδελφή της μητέρας μου στη Μελβούρνη, οπότε δεν είναι ότι θα πηγαίναμε σ’ έναν τόπο που δεν ξέραμε κανέναν.

Θυμάμαι ότι δεν είχαμε δυο μέρες στην Μελβούρνη και οι γονείς μας έπιασαν δουλειά. Η μητέρα μου σε εργοστάσιο που έφτιαχναν γυναικεία φορέματα και π πατέρας μου στο General Motors. Για ένα διάστημα μάλιστα εργαζόταν σε δύο δουλειές και είχε πάθει υπερκόπωση.

Θυμάμαι ότι υπήρχε μια θαλπωρή στο σπίτι, μια αγάπη δυνατή ανάμεσα στους γονείς μου. Ποτέ δε χαλούσε ο ένας το χατίρι του άλλου, ούτε επενέβαινε στον τρόπο που φερόταν σε μένα και τον αδελφό μου. Ο πατέρας, για παράδειγμα, ήταν αυστηρός μαζί μας. Η μητέρα μου , από την άλλη πλευρά, ήταν πολύ πιο ελαστική και εκδηλωτική. Όταν όμως μας μάλωνε ο πατέρας μου, ποτέ δεν επενέβαινε. Ο δεσμός τους ήταν παράδειγμα για μίμηση. Δε χωρεί αμφιβολία γι’ αυτό», θα πει ο Νίκος, κάνοντας μια παύση, απορροφημένος προφανώς από τις αναμνήσεις που τον κατακλύζουν.

Δεν θα την άφηνε μόνη

Αν μιλάμε σήμερα είναι γιατί όλη η παροικία έχει συγκλονιστεί από το γεγονός ότι δύο άνθρωποι που αγαπήθηκαν πολύ στη ζωή, δεν μπόρεσε ούτε αυτός ο θάνατος να τους χωρίσει.

Πώς έγινε και βρέθηκαν μαζί στη «Θαλπωρή», είναι ένα ερώτημα που δε μπορεί να μείνει αναπάντητο, με την τροπή που έχει πάρει η συζήτηση.

«Πριν 7 χρόνια περίπου η μητέρα μου αρρώστησε με τη φοβερή ασθένεια Αλζχέϊμερ. Για ένα πολύ μεγάλο διάστημα την περιποιόταν ο πατέρας μου στο σπίτι. Πριν ενάμισι χρόνο όμως η κατάστασή της επιδεινώθηκε και τότε δεν υπήρχε άλλη λύση από το να εισαχθεί σε ίδρυμα. Δε γινόταν να την αφήσουμε όμως εκεί μόνη της. Ο ίδιος ο πατέρας επέλεξε να την ακολουθήσει. Στη «Θαλπωρή» υπάρχει, ως γνωστό, γηριατρείο και γηροκομείο. Οπότε θα μπορούσαν να είναι και οι δύο μαζί».

Άλλη μία παύση που δεν τολμώ να διακόψω, διαισθανόμενη ότι έχουμε εισέλθει σε ακόμη πιο ευαίσθητο χώρο. Η συνέχεια θα το επαληθεύσει: « Οι γονείς μου, εκεί μέσα, ήταν σαν ένα σώμα, μια ψυχή. Ο πατέρας μου, και ενώ η κατάσταση της μητέρας είχε σοβαρά πλέον επιδεινωθεί, δεν έφευγε στιγμή από κοντά της. Ήταν εκεί να την κρατά στην αγκαλιά του, να της σφίγγει συνέχεια το χέρι και να της μιλά. Αυτός ο σοβαρός, ο λιγομίλητος άντρας, να της λέει ιστορίες, να της θυμίζει τα παλιά, να της εκφράζει την αγάπη του και την αφοσίωσή του, μ’ όποιον τρόπο μπορούσε, που ήταν βέβαια πηγαίος, που έβγαινε από τα βάθη της ψυχής του και τη γέμιζε γαλήνη και ευτυχία.

Όπως ήταν όλα τα χρόνια αχώριστοι στη ζωή, έτσι ήταν και εκεί μέσα, στον δικό τους κόσμο, αυτόν που είχαν φτιάξει οι ίδιοι για τους ίδιους, όπως τους ταίριαζε και όπως γέμιζε την ψυχή τους ευτυχία. Δεν έδιναν την εντύπωση ότι επιζητούσαν τίποτε άλλο. Ο ένας ζούσε για τον άλλον και όταν ο ένας ακολουθώντας την νομοτελειακή εξέλιξη, έφυγε ένα πρωϊ, τον ακολούθησε και ο δεύτερος εαυτός του.

«Ο πατέρας μου ήταν φανερό ότι δε θα μπορούσε πλέον να ζήσει χωρίς τη μητέρα μου. Εκείνη ήταν όλη του η ζωή. Από τότε που θυμάμαι τον κόσμο, από το χωριό στην Κρήτη, με τα χωράφια, τις ελιές και το μόχθο το καθημερινό, μέχρι εδώ στην Αυστραλία, μαζί δούλεψαν, μαζί μόχθησαν, μαζί χάρηκαν τη ζωή, οπότε πώς γινόταν να μη φύγουν και μαζί;»

Φεύγοντας, βέβαια μαζί, ήταν σα να έκλεισαν το μάτι στον χάροντα. Δε θα του έκαναν τη χάρη να κάνει διπλό ταξίδι. Η ζωή είχε ήδη αποφασίσει να τους αποχαιρετίσει μαζί!

                                        Ευχή για το κακό το μάτι
 

Ευχή για το κακό το μάτι facebook share
Η εκκλησία αποδέχεται την βασκανία. Ωστόσο πολλοί είναι αυτοί που ισχυρίζονται ότι μόνο ιερέας πρέπει να διαβάζει την προσευχή.  Υπάρχει όμως και η άλλη άποψη, ότι ο καθένα μπορεί να την διαβάσει μέσα από το προσευχητάριο.

Η Ευχή

Κύριε ο Θεός ημών, ο Βασιλεύς των αιώνων, Ο Παντοκράτωρ και Παντοδύναμος, ο ποιών πάντα και μετασκευάζων μόνω τω βούλεσθαι, ο εν την επταπλάσιον καμίνον και την φλόγα την εν Βαβυλώνι εις δρόσον μετάβαλων και τους αγίους σου τρείς παίδας σώους διαφύλαξας, ο Ιατρός και Θεραπευτής των ψυχών ημών, η ασφάλεια των εις σε ελπιζόντων, σου δεόμεθα και σε παρακαλούμεν, απόστησον,φυγάδευσον και απέλασον πάσαν διαβολικήν ενέργειαν, πάσαν σατανικήν έφοδο και πάσαν επιβουλήν, περιέργειαν τε πονηράν και βλάβην και οφθαλμών βασκανίαν των κακοποιών και πονηρών ανθρώπων απο του δούλου σου ( τούδε) και ή υπο ωραιότητος ή ανδρείας ή ευτυχίας ή ζήλου και φθόνου ή βασκανίας συνέβη, αυτός, φιλάνθρωπε Δέσποτα, έκτεινον την κραταίαν σου χείρα και τον βραχίονα σου τον ισχυρόν και ύψιστον και επισκόπων επισκόπησον το πλάσμα σου τούτο και κατάπεμψον αυτώ Άγγελον ειρηνικόν, κραταίον, ψυχής και σώματος φύλακα, ός επιτιμήσει και απελάσει απ΄αυτού πάσαν βλάβην, πάσαν πονηράν βούλην, πάσαν φαρμακείαν και βασκανίαν των φθοροποιών και φθονερών ανθρώπων' ίνα ύπο σου ο σός ικέτης φρουρούμενος μετ΄ευχαριστίας ψάλη σοί' Κύριος εμοί βοηθός και ου φοβηθήσομαι τί ποιήσει μοι άνθρωπος' και πάλιν' Ου φοβηθήσομαι κακά, ότι συ μετ΄εμού ει' ότι συ εί ο Θεός, κραταίωμα μου, ισχυρός εξουσιαστής, αρχών ειρήνης, πατήρ του μέλλοντος αιώνος. Ναί Κύριε Ο Θεός ημών, φείσαι του πλάσματός σου και σώσον τον δούλον σου από πάσης βλάβης και επηρείας της εκ βασκανίας γινομένης και ανωτέρον αυτόν παντός κακού διαφύλαξον' πρεσβείαις της υπερευλογημένης ενδόξου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, των φωτοειδών Αρχαγγέλων και παντών σου των αγίων. Αμήν".            

   ΤΙ ΛΕΕΙ Η ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ-ΕΠΙΓΡΑΦΗ ΣΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥ ΜΕΓ.ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΓΙΑ ΟΣΑ ΕΓΙΝΑΝ ΚΑΙ ΘΑ ΓΙΝΟΥΝ!


1Επιγραφή στον τάφο του Μεγ. Κωνσταντίνου στην Κωνσταντινούλη προφητεύει ότι οι Ελληνες θα επιστρέψουν εκεί.

Ο τάφος αυτός είναι στον Ναό των Αγίων Αποστόλων της Βασιλεύουσας...
Για πάνω από 1.000 χρόνια το κείμενό της παρέμενε ένα μεγάλο μυστήριο. Εκείνος που μπόρεσε να την αποκρυπτογραφήσει ήταν, 13 μόλις χρόνια πριν από την αποφράδα μέρα της Άλωσης της Πόλης, ο μετέπειτα Πατριάρχης και σοφός της Ορθοδοξίας, ο Γεννάδιος Σχολάριος.

Το κείμενο της επιγραφής-προφητείας, όπως ακριβώς βρέθηκε πάνω στην πλάκα του μνήματος, ήτανε αυτό:
Τ. πτ. τ. ιδτ. Η βελ. τ. ιμλ. Ο Κλμν. μαμθ. μ. δ. ν. τρπσ. γν. τ. πλολγ. τ. επτλφ. κρτσ. εσθ. βελε. εθν. ππλ. κτξ. κ. τ. νσ. ερμσ. μχρ. τ. εξν. πτ. ιστργτν. πθσ. τ. ινδκτ. πλυσ. κτδ. τ. εντ. τ. ιδκτ. ε. τβρ. τ. μρ. μλ. δ. ν. στρτσ. τ. δκτ. τ. ιδκτ. τ. δμτ. τρπσ. πλ. επστψ. ετ. χν. τ. δμτ. πλμ. εγρ. μγ. μρκτ. στρβν. κ. τ. πλθ. κ. τ. φλ. σνδ. τ. επρ. δ. θλσ. κ. ξρ. τ. πλμ. σνω. κ. τ. ισμλ. τρπσ. τ. απγν. ατ. βσλσ. ελτ. μκρ. ολγ. τ. δ. ξθ. γν. αμ. μτ. τ. πκτρ. ολ. ιμλ. τπσ. τ. επλφ. επρο. μετ. τ. πρμ. ττ. πλμ. εγρ. εφλ. ηγρων. μχ. τ. ππτ. ωρ. κ. φν. βσ. ττ. στ. στ. μτ. φβ. σπστ. πλ. σδω. ε. τ. δξ. τ. μρ. αδ. ερτ. γν. θμστ. κ. ρμλο. ττ. εξτ. δσπυ. φλ. γ. εμ. υπχ. κ. ατ. πρλβτ. θλμ. εμ. πλρτ.

Το αινιγματικό κείμενο της επιγραφής-προφητείας το αποκωδικοποίησε μόλις το 1440 ο Γεννάδιος Σχολάριος:


Τη πρώτη της Ινδίκτου, η βασιλεία του Ισμαήλ ο καλούμενος Μωάμεθ, μέλλει δια να τροπώση γένος των Παλαιολόγων, την Επτάλοφον κρατήσει, έσωθεν βασιλεύσει, έθνη πάμπολα κατάρξει, και τας νήσους ερημώσει μέχρι του Ευξείνου Πόντου. Ιστρογείτονας πορθήσει τη ογδόη της Ινδίκτου, εις τα βόρεια τα μέρη μέλλει δια να στρατεύση τη δεκάτη της Ινδίκτου τους Δαλμάτας τροπώσει, πάλιν επιστρέψει έτι χρόνον, τοις Δαλμάτοις πόλεμον εγείρει μέγαν μερικόν τε συντριβήναι και τα πλήθη και τα φύλα συνοδή των εσπερίων δια θαλάσσης και ξηράς τον πόλεμον συνάψουν, και τον Ισμαήλ τροπώσουν.

Το απόγονον αυτού βασιλεύσει έλαττον μικρόν ολίγον. Το δε ξανθόν γένος άμα μετά των πρακτόρων όλον Ισμαήλ τροπώσουν, την Επτάλοφον επάρουν μετά των προνομίων. Τότε πόλεμον εγείρουν έμφυλον ηγριωμένον, μέχρι της πεμπταίας ώρας και φωνή βοήσει τρίτον, στήτε, στήτε, στήτε, μετά φόβου σπεύσατε πολλά σπουδαίως εις τα δεξιά τα μέρη άνδρα εύρητε γενναίον θαυμαστόν και ρωμαλέον, τούτον έξετε. Δεσπότην, φίλος γαρ εμού υπάρχει. Και αυτόν παραλαβόντες, θέλημα εμού πληρούται .

Η επιγραφή-προφητεία του τάφου του Μεγ. Κωνσταντίνου αφορά σε γεγονότα 17 ολόκληρων αιώνων! Από την εποχή του Κωνσταντίνου (4ος αιώνας μ.Χ.) μέχρι και… την δική μας!!Προλέγει την ακμή και την εξάπλωση των Μογγόλων-Τούρκων (οθωμανική αυτοκρατορία) και την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453. Προλέγει την νίκη των Ασιατών επί των βόρειων λαών ( τους Δαλμάτας τροπώσει – Δαλμάτες ήτανε οι λαοί που ζούσανε πάνω από τον Δούναβη).

Προλέγει δηλ. την πολιορκία της Βιέννης από τους Μογγόλους-Τούρκους το 1683. Αλλά προλέγει και την συντριβή των Toύρκων στους Βαλκανικούς πολέμους του 1912-1913 ( και τα πλήθη και τα φύλα συνοδή των εσπερίων δια θαλάσσης και ξηράς τον πόλεμον συνάψουν και τον Ισμαήλ τροπώσουν ).

Τέλος, επαληθεύτηκε και η γέννηση-δημιουργία της νέας Τουρκίας πάνω στις στάχτες της οθωμανικής αυτοκρατορίας υπό τον σφαγέα των Ελλήνων, τον ντονμέ Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ ( το απόγονον αυτού βασιλεύσει έλαττον μικρόν ολίγον ). Μέχρι αυτό το σημείο η προφητεία της θαυμαστής επιγραφής επαληθεύτηκε απόλυτα!

Μένει τώρα να επαληθευτεί και το υπόλοιπο μέρος της, που αρχίζει από την φράση Το δε ξανθόν γένος άμα μετά των πρακτόρων όλον Ισμαήλ τροπώσουν και τελειώνει στο θέλημα εμού πληρούται .

Ως Ισμαήλ στο Βυζάντιο αναφέρονταν στους Μογγολότουρκους-Μουσουλμάνους και βέβαια ξανθό γένος είναι οι Ομόδοξοί μας οι Ρώσοι! Μιλάει για την συντριβή των Τούρκων από την Ρωσία και τους δορυφόρους της ( πράκτορες στο κείμενο) σε έναν πόλεμο που θα γίνει τώρα σύντομα; Προλέγει πως η Κωνσταντινούπολη θα κυριευθεί από τους Ορθόδοξους Ρώσους ( Το δε ξανθόν γένος άμα μετά των πρακτόρων όλον Ισμαήλ τροπώσουν, την Επτάλοφον επάρουν μετά των προνομίων ). Και εκεί πέρα θα ακολουθήσει και θα γίνει φοβερός πόλεμος ( Τότε πόλεμον εγείρουν έμφυλον ηγριωμένον ). Μένει να δούμε αν θα επαληθευθεί, ο καθείς μπορεί να πιστέψει ότι θέλει, αλλά οφείλει να έχει υπ' όψιν του και πράγματα τα οποία δεν πιστεύει αλλά πολλές φορές τον εκπλήσσουν.

Τρίτη 20 Αυγούστου 2013

Άγιος Στυλιανός: Προστάτης των παιδιών, Ιατρός τεκνογονίας


Προστάτης των παιδιών
Γνώριζε ο Άγιος Στυλιανός, ότι για να κερδίσει κάνεις την Βασιλεία των Ουρανών πρέπει να έχει την ψυχή του, σαν την ψυχή των μικρών παιδιών δηλ., που είναι αθώα. Ήξερε, ότι τα παιδιά έχουν αγγελικές ψυχές. Και στην αγία του εκείνη επιθυμία ο Παντογνώστης Θεός του έδωσε την Χάρι Του, να μπορεί να κάνει θαύματα. Ο Θεός βράβευσε το ιερό του αίσθημα και του έδωσε την θαυματουργική του δύναμη να θεραπεύει τα ασθενή παιδιά. Μητέρες από κοντινά και μακρινά μέρη, με φορτωμένα στους ώμους ανάπηρα και άρρωστα παιδιά έτρεχαν, με πόνο και πίστη, κοντά στον Άγιο για να ζητήσουν την θεραπεία των παιδιών τους.
Μέρες ολόκληρες βάδιζαν μέσα σ’ έρημα μέρη, για να βρουν την δοξασμένη από τον Θεό ασκητική σπηλιά του Αγίου Στυλιανού. Και όταν έφθαναν εκεί, με δάκρυα στα μάτια έπεφταν στα πόδια του Γέροντα ασκητή, δόξαζαν τον Θεό, που τον συνάντησαν και παρακαλούσαν να γιατρέψει τα παιδιά τους. Ο Άγιος Στυλιανός γεμάτος καλοσύνη και συμπόνια έπαιρνε τα άρρωστα νήπια στα χέρια του και με μάτια δακρυσμένα παρακαλούσε το Θεό να τα γιατρέψει. Ο Δεσπότης των Ουρανών άκουγε την ολόψυχη προσευχή του και ο Άγιος θαυματουργούσε. Παιδιά άρρωστα εύρισκαν την υγειά τους. Παθήσεις διαφόρων ειδών εξαφανίζονταν. Μπροστά στη δύναμη του Θεού καμιά αρρώστια δεν μπορούσε να αντισταθεί.
Μανάδες έκλαιγαν από χαρά έξω από το ασκητήριο του. Και άλλες καταφιλούσαν με σεβασμό και ευγνωμοσύνη το χέρι του Αγίου γέροντα, δοξάζοντας τον Θεό. Δοξολογούσε κι εκείνος ακατάπαυστα το Άγιο Όνομα Του και ευχαριστούσε για τα θαύματα αυτά, που τον αξίωνε να τελεί. Έπειτα γεμάτος στοργή κοίταζε τα αθώα πλασματάκια, που είχαν λυτρωθεί από την αρρώστια. Ένα γλυκό χαμόγελο, χαμόγελο αγγελικό, άνθιζε στο πρόσωπο του σεβασμίου ασκητού.
Τα θαύματα όμως αυτά γινόταν γνωστά σε όλα τα μέρη και κόσμος πολύς έτρεχε στον Άγιο Στυλιανό, για να τον παρακαλέσει να γιατρέψει από κάποια ασθένεια τα παιδιά του.
Έτσι δόξαζε ο Άγιος Θεός το όνομα του οσίου Στυλιανού, που αφιέρωσε την ζωή του στη δόξα του Θεού…
Ιατρός τεκνογονίας
Αλλά δεν ήταν μόνο τα θαύματα της θεραπείας των παιδιών, που δόξαζαν το όνομα του ταπεινού Αγίου Στυλιανού. Ο Άγιος απέκτησε φήμη ως θαυματουργού, διότι έκανε τους άτεκνους, ευτέκνους, με την προσευχή του. Πολλοί πιστοί χριστιανοί με την ευλογία του, αν και ήσαν άτεκνοι πρωτύτερα, απέκτησαν ωραία και γεμάτα υγεία παιδιά. Πολλοί μάλιστα καλοί Χριστιανοί και μετά την κοίμηση του, επικαλούμενοι το όνομα του Αγίου και ζωγραφίζοντας σαν τάμα την εικόνα του, απέκτησαν παιδιά, αν και είχαν χάσει την ελπίδα πια να τεκνοποιήσουν.

                               Γιατί το παιδί χρειάζεται όρια


Γιατί το παιδί χρειάζεται όρια facebook share
Όλοι οι γονείς αναγνωρίζουν τη σημασία της ύπαρξης ορίων στην ανατροφή ενός παιδιού.
 Τα όρια δεν είναι τίποτα άλλο από κανόνες, που κάθε γονιός θέτει στα παιδιά του ανάλογα με την κοσμοθεωρία του ή αυτό που ο ίδιος θεωρεί σωστό και επιτρεπτό. Αν και σε γενικές γραμμές υπάρχουν κάποιοι κανόνες που είναι κοινοί για όλα τα παιδιά, τα όρια καθορίζονται ανάλογα με την ηλικία του κάθε παιδιού, τις ανάγκες του και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της οικογένειας του.

Τα όρια είναι απαραίτητα γιατί παρέχουν στο παιδί μια αίσθηση ασφάλειας. Δεν είναι απλά απαγορεύσεις και περιορισμοί, αλλά αποτελούν, όπως γράφει και το mother.gr,  έναν μοναδικό τρόπο μάθησης. Πίσω από κάθε όχι, κρύβεται και μια συζήτηση, μια εξήγηση δηλαδή προς το παιδί για ποιο λόγο δεν μπορεί να κάνει αυτό που θέλει.

Δεν βάζουμε όρια, απλά για να πούμε ότι τα βάλαμε. Βάζουμε όρια για να βοηθήσουμε το παιδί να κατανοήσει τι επιτρέπεται και τι όχι κατά περίσταση και, κυρίως, για να καταλάβει ότι, αν τα υπερβεί, θα πρέπει να δεχτεί και τις ανάλογες συνέπειες. Γι΄ αυτό το λόγο κάθε κανόνας θα πρέπει να ακολουθείται και από έναν διάλογο, με λόγια και αναλύσεις που το παιδί θα μπορεί να κατανοήσει.

Η οριοθέτηση, όμως, ενός νηπίου στην πράξη δεν είναι τόσο εύκολη υπόθεση, όσο φαίνεται στη θεωρία. Αν θέλετε να τα καταφέρετε, καλό θα είναι να σκεφτείτε τα εξής:

Να είστε σταθεροί στις αποφάσεις σας. Τα όρια δεν έχουν νόημα αν ισχύουν τη μια μέρα και δεν ισχύουν την άλλη, γιατί το μόνο που καταφέρνετε έτσι, είναι να μπερδεύετε το παιδί.
Όπου είναι δυνατόν, να προσφέρετε εναλλακτικές στο παιδί. Για παράδειγμα, «δεν επιτρέπεται να δεις άλλο τηλεόραση, αλλά, αν θες, μπορείς να ζωγραφίσεις ή να παίξεις με τα παιχνίδια σου».
Μην υποκύπτετε σε κλάματα, γκρίνιες, μούτρα ή εκρήξεις θυμού. Το παιδί είναι φυσικό να χρησιμοποιήσει κάθε μέσο που διαθέτει για να κάνει το δικό του, αλλά εσείς θα πρέπει να μην υποχωρήσετε.
Πρέπει και οι δυο γονείς να έχουν κοινή γραμμή. Όταν ο ένας γονιός λέει όχι, ο άλλος οφείλει να τον υποστηρίζει. Το ίδιο ισχύει και όταν το παιδί μένει με τους παππούδες, οι οποίοι πρέπει να ακολουθούν τα όρια που εσείς έχετε θέσει.
Τα όρια πρέπει να ανταποκρίνονται στην ηλικία και τις ανάγκες του παιδιού και συνεπώς να αλλάζουν καθώς το παιδί μεγαλώνει.
Να επιβραβεύετε το παιδί κάθε φορά, που συμπεριφέρεται σωστά.
Να αποδοκιμάζετε την πράξη και ποτέ το ίδιο το παιδί. Για παράδειγμα, δεν λέμε «είσαι κακό παιδί», αλλά «αυτό που έκανες δεν είναι καλό».

Τέλος, να θυμάστε πως πρώτα από όλα πρέπει εσείς οι ίδιοι να είστε σωστά πρότυπα, δηλαδή να διαθέτετε και να υπακούτε στα δικά σας εσωτερικά όρια, γιατί μόνο έτσι θα μπορέσετε να θέσετε όρια και στα παιδιά σας.            

Τετάρτη 14 Αυγούστου 2013

Άλλη μία εμφάνιση των Αοράτων Ασκητών


Ένας προσκυνητής ανερχόμενος τον ανηφορικό δρόμο από την παραλία προς την Μικρή Αγιάννα, συνάντησε τούτους τους Αγίους περιπλανηθείς στο δάσος και θέλησε να τους ακολουθήσει, αλλά εκείνοι του είπαν ότι «Εσύ αδελφέ προορίζεσαι για την Σκήτη του Ξενοφώντος» και του έδειξαν τον δρόμο για να πάει στον πνευματικό Παπα – Σάββα να του πει εκείνος τι θα κάνει.
Ο προσκυνητής, αφού απομακρύνθηκε λίγο από τους Αγίους αυτούς μετανόησε, ότι άφησε και έφυγαν τέτοιοι άγιοι. Γύρισε πίσω και για πολλή ώρα τους αναζητούσε, αλλά δεν τους βρήκε πουθενά. Τότε πήγε στον Παπα – Σάββα και του ανέφερε την υπόθεση. Ο Παπα – Σάββας του είπε:
«Εσύ παιδί μου δεν είσαι για να τους ακολουθήσεις, αλλά θα είχες καμία αμφιβολία, αν υπάρχουν τέτοιοι άγιοι σήμερα στο Άγιον Όρος και για τούτο ο Θεός σου τους φανέρωσε, εσύ θα εγκαταβιώσεις στην Σκήτη του Ξενοφώντος». Και πράγματι τούτο έγινε, διότι ο αδελφός αυτός έγινε στην Σκήτη του Ξενοφώντος Μοναχός.
Το γεγονός αυτό διηγήθηκε ο πνευματικός Παπα – Ακάκιος από την Καψάλα, άνθρωπος πολύ ενάρετος και φιλαλήθης, ο οποίος και τον άνθρωπο που είδε τους αγίους αυτούς γνώρισε, και ο οποίος του διηγήθηκε την υπόθεση αυτή όπως λεπτομερώς έγινε.
Τρία χρόνια άρρωστος ή τρεις μέρες στην κόλαση
Ο συνασκητής του Γέροντος Δαμάσκηνου στον Αγιοβασίλη πάτερ Ιωάννης, υποτακτικός του Γέροντος Ιωσήφ, διηγήθηκε το ακόλουθο γεγονός, που έλαβε χώρα πριν από 70 χρόνια στην Ρωσική Σκήτη του Αγίου Ανδρέου στο λεγόμενο «Σεράγιον» ως εξής:
Ένας αδελφός της Σκήτης αυτής Ρώσος Μοναχός, αρρώστησε βαριά και τον θέριζαν δριμύτατοι πόνοι και παρακαλούσε το θεό να τον θεραπεύσει, οπόταν βλέπει επάνω από το κρεβάτι του έναν Άγγελο, ο οποίος του είπε: «Πάτερ, τι προτιμάς; Θέλεις να μείνεις στο κρεβάτι που είσαι με τους πόνους αυτούς άρρωστος τρία χρόνια; Ή προτιμάς να μείνεις στην Κόλαση τρεις μέρες και να γίνεις καλά;
Ο άρρωστος του είπε: «Αφού είναι για τρεις μέρες μόνο, καλύτερα προτιμώ την Κόλαση».
Αμέσως βρέθηκε σε τόπο «αφάτου οδύνης και ανυπόφορων βασάνων», εκεί ήταν τρομερά τα κολαστήρια, διότι μετά από λίγη ώρα βλέπει πάλι τον Άγγελο, ο οποίος τον ρώτησε: «Πώς είσαι Γέροντα; είναι καλά εδώ;» Κι ο Μοναχός απεκρίθη: «Με ρωτάς πώς περνώ που αντί τρεις ημέρες πού μου είπες ότι θα μείνω στην Κόλαση και τώρα έχω τριακόσια ολόκληρα χρόνια με φριχτά και ανυπόφορα βάσανα;» Και τότε ο Άγγελος του είπε: «Αδελφέ ακόμη δεν πέρασε μισή ώρα και λες πώς έχεις τριακόσια χρόνια;»
Φανταστείτε τριακόσια χρόνια, ούτε για μισή ώρα δεν λογαριάστηκαν, οι τρεις ημέρες πόσοι αιώνες θα ήταν;
Και ο Μοναχός είπε στον Άγγελο, «γρήγορα σε παρακαλώ να με πάς στο κρεβάτι του πόνου καλύτερα εκεί να βασανίζομαι τρία χρόνια παρά εδώ στην φοβερή αυτή Κόλαση τρεις μέρες».
Τότε ο Άγγελος έκανε την επιθυμία του Μονάχου και τον επανέφερε στο κρεβάτι του, όπου έμεινε επί τρία χρόνια άρρωστος.
Επειδή μερικοί άνθρωποι είναι δυνατόν να φάνουν κάπως δύσπιστοι στο διήγημα αυτό, για τούτο κρίναμε σκόπιμο να καταχωρήσουμε στη συνέχεια επιστολή του θεσπέσιου Κυρίλλου Πατριάρχου Αλεξανδρείας, την οποίαν μετέφρασε ο Διδάσκαλος Αγάπιος ο Κρής στην απλή διάλεκτο, η οποία έχει ως έξης: «Διήγατε ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας εις μίαν επιστολή, όπου γράφει εις τον ιερόν Αυγουστίνο, και λέγει ότι τρεις άνθρωποι ανέστησαν εκ νεκρών, οίς κρίμασιν ό Θεός οίδεν, ό τα πάντα προς το ημών συμφέρον οικονόμων.
Ένα από τους οποίους επήγα καί ηύρηκα, όστις θρηνεί, απαρηγόρητα, καί ερωτών αυτόν, δεν μου απεκρίνατο τίποτε, μόνον έκλαιε. Τέλος πάντων αφού εβαρέθη την αυθάδειάν μου, διατί τον ωρκισα εις τον Θεόν, να ειπεί λόγον τινά εις ώφέλειαν των παρισταμένων, μου άπεκρίθη ούτως. Εάν ήξερες τάς τιμωρίας του Αδου δεν ήθελες δυνηθεί να κράτηση το πένθος ούτε ποσώς. ‘Αλλά ποταπά κολαστήρια θαρρείς να είναι ητοιμασμένα τοις αμαρτάνουσι; Λέγω σου να είναι μεγαλύτερα από όλα αυτά ταύτα τα πρόσκαιρα. Ό δε στενάξας βαρέως είπεν.
Εάν όλας τάς θλίψεις ξεσχισμούς καί μαρτύρια, οπού μπορεί να πάθη τις εις τούτον τον κόσμον, παρομοιάσεις καί να τα συγκρίνης με τον μικρότερον καί ολιγώτερον της Κολάσεως, θέλουν σου φανεί ετούτα ηδονές καί παραμύθια. Πίστευσόν μου, ότι δεν είναι τινάς, οπού να ήθελε δοκιμάσει εκείνων των κολάσεων την δριμύτητα, να μην εχη κάλιον να παιδεύεται χωρίς άνεσιν εδώ έως το τέλος του κόσμου, με όλας τάς θλίψεις καί βάσανα όπου επάθασι όλοι οι άνθρωποι από Αδάμ έως σήμερον, παρά να κάνη μόνον μια ήμέραν εκεί εις την κόλασιν.
Ή αιτία λοιπόν των δακρύων μου είναι ετούτη, διατί επταισα του Θεού, όστις υπάρχει τοσούτον δίκαιος όπου μήτε του δαίμονος ημπορεί να κάμη παραμικράν «δικοκρισίαν. Μη θαυμάζης γούν το πώς κλαίω, αλλά μάλλον φρίττε καί θαύμαζε πώς ηξεύροντες οι άνθρωποι πώς τους εκδέχονται τοιαύται κολάσεις, ουδέν περί τούτου φροντίζουσιν ούτε μεριμνώσι να εξαλείψουν τάς αμαρτίας τους. Γίνωσκε δε καί τούτο, ότι την ώραν όπου εχοιριζεν ή ψυχή εκ του αθλίου μου σώματος επήρα τόσην οδύνην καί πόνον, όπου είναι αδύνατον να το καταλάβη τινάς ή να το πιστεύση, εάν δεν το δοκιμάση εμπράκτως».
Και μείς πού αυτήν την στιγμή τα γράφουμε δεν μας κάνουν εντύπωση τόση όση έπρεπε να μας κάνουν διότι ζούμε μακριά από το Θεό και έχουμε πάθει ψυχική πώρωση, πλην όμως αδελφοί μου είναι γεγονότα και θα μπορούσαμε εδώ να παραθέσουμε πάμπολλα πού σε αρχαίους χειρόγραφους κώδικας έχουν καταχωριστή από αρχαιοτάτων χρόνων, πού ό πανάγαθος Θεός δείχνει ορισμένα τέτοια σημεία για να μας αφυπνίσει από τον βαρύ ύπνο της αμαρτίας και να ‘ρθούμε σε μετάνοια και επίγνωση για να σώσουμε την μονάκριβη και μονογεννή μας ψυχή από τα βασανιστήρια της αιωνίου Κολάσεως και να ζούμε αιώνια με το Θεό.

Τρίτη 13 Αυγούστου 2013

   ΠΟΣΩΝ ΕΤΩΝ ΚΟΙΜΗΘΗΚΕ Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΚΑΙ ΠΟΙΑ ΗΤΑΝ Η ΖΩΗ ΤΗΣ;



15Πόσων ετών ήταν η Παναγία όταν άφησε τη γη; Ποια ήταν η ζωή της; Γιατί δεν βρέθηκε ποτέ το σώμα Της; Αυτές είναι τρείς βασικές ερωτήσεις τις απαντήσεις των οποίων γνωρίζουν λίγοι.

Η Μαριάμ όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, πριν εξελληνιστεί σε Μαρία, ήταν η μονάκριβη κόρη ενός ηλικιωμένου ζευγαριού, της Άννας και του Ιωακείμ.

Όλη τους την ζωή πάλευαν να αποκτήσουν ένα παιδί όμως δεν είχαν σταθεί τυχεροί. Αντίθετα ζούσαν σε καθεστώς κοινωνικής απομόνωσης, αφού οι άτεκνοι εκείνη της εποχή θεωρούνταν λίγο έως πολλοί καταραμένοι ή όχι ευλογημένοι από τον Θεό.

Κατά την παράδοση η Αγία Άννα προσευχήθηκε στον Θεό δηλώνοντας πως αν της χάριζε ένα παιδί θα το αφιέρωνε σε Εκείνον. Λίγες μέρες μετά, ο αρχάγγελος Γαβριήλ επισκέφθηκε το ζευγάρι και τους ενημέρωσε πως οι προσπάθειες τους θα έχουν αποτέλεσμα και το παιδί τους θα είναι φορέας μιας ξεχωριστής αποστολής.

Παρά το προχωρημένο της ηλικίας του ζευγαριού, τα λόγια του αγγέλου βγήκαν αληθινά και γέννησαν ένα όμορφο κορίτσι.

Της έδωσαν το όνομα Μαριάμ, το οποίο σημαίνει βασίλισσα, κυρία αλλά και ελπίδα.

Όταν η Μαριάμ έγινε τριών ετών, οι γονείς της, τήρησαν την υπόσχεση τους και την οδήγησαν το Ναό όπου την παρέλαβε ένας ιερέας ο οποίος δεν ήταν άλλος από τον Προφήτη Ζαχαρία, τον πατέρα του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου.

Η Παναγία έζησε 12 χρόνια στο Ναό, στα Άγια των Αγίων. Κατά τη διδασκαλία της Εκκλησίας αυτός που της έφερνε καθημερινά τροφή ήταν ο ίδιος ο Αρχάγγελος Γαβριήλ.

Όταν ήρθε η ώρα να βγει από τον Ναό, οι ιερείς αποφάσισαν να την δώσουν σε κάποια οικογένεια, δεδομένου πως οι γονείς της είχαν ήδη φύγει από τη ζωή.

Τότε, γνωρίζοντες κατά την παράδοση, την ειδική αποστολή της Μαριάμ, βρήκαν έναν μεγάλο σε ηλικία άνδρα, τον Ιωσήφ, ο οποίος ήταν χήρος και πατέρας τριών παιδιών.

Τέσσερις μήνες έμεινε κοντά στον Ιωσήφ η Μαριάμ μέχρι να ξεκινήσει πλέον το θεϊκό σχέδιο.

Στη Ναζαρέτ όπου ζουσε την επισκέφθηκε ξανά ο Γαβριήλ όπου της είπε το ιστορικό: «Χαίρε κεχαριτωμένη• ο Κύριος μετά σου». Τότε έμαθε και η ίδια ποια ήταν η αποστολή της την οποία αποδέχτηκε με χαρά.

Λίγους μήνες αργότερα ο Ιησούς γεννήθηκε και η μητέρα του ήταν πάντοτε κοντά του, ακόμη και την στιγμή της Σταύρωσης.

Από το βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων γνωρίζουμε ότι η Παναγία παρέμεινε κοντά τους μέχρι την ημέρα της Πεντηκοστής.

Η τελευταία συνάντηση με τον αρχάγγελο που την συντρόφευε από τα τρια της χρόνια, έγινε τρεις μέρες πριν την κοίμησή Της.

Τότε ο Γαβριήλ την ενημέρωσε ότι πλέον ήρθε η ώρα, δίνοντας της μεγάλη χαρά αφού θα έβλεπε ξανά το παιδί Της. Η παράδοση αναφέρει ότι την τρίτη ήμερα από την εμφάνιση του αγγέλου, λίγο πριν κοιμηθεί η Θεοτόκος, οι Απόστολοι δεν ήταν όλοι στα Ιεροσόλυμα, αλλά σε μακρινούς τόπους όπου κήρυτταν το Ευαγγέλιο.

Τότε, ξαφνικά νεφέλη τους άρπαξε και τους έφερε όλους μπροστά στο κρεβάτι, όπου ήταν ξαπλωμένη η Θεοτόκος και περίμενε την κοίμηση Της. Μαζί δε με τους Αποστόλους ήλθε και ο Διονύσιος Aρεοπαγίτης, ο Άγιος Ιερόθεος ο διδάσκαλος του Διονυσίου, ο Απόστολος Τιμόθεος, και άλλοι.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΖΩΝΗΣ
Όταν εκοιμήθη, με ψαλμούς και ύμνους την τοποθέτησαν στο μνήμα της στη Γεσθημανή. Ο μοναδικός που δεν ήταν παρών στο γεγονός ήταν ο Απόστολος Θωμάς.

Λέει η παράδοση πως όταν η νεφέλη, το σύννεφο δηλαδή, μετέφερε τον Θωμά στη Γεσθημανή συνάντησε την Θεοτόκο την στιγμή της ανόδου Της στον ουρανό.

Εκείνη του χάρισε την ζώνη Της για να μπορεί να αποδείξει την συνάντησή τους.

Όταν ο Θωμάς πήγε και εξιστόρησε το γεγονός στους υπόλοιπους Αποστόλους, άνοιξαν τον τάφο και είδαν πως το σώμα έλειπε.

Η ΗΛΙΚΙΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ
Η Παναγία όταν μπήκε στο Ναό ήταν τριών ετών. Έμεινε στο ιερό δώδεκα χρόνια. Τρείς μήνες αφού βγήκε από το ιερό μέχρι τον Ευαγγελισμό και εννέα μήνες κυοφορία, δεκαέξι ετών γεννά τον Χριστό. Έζησε με τον Χριστό τριάντα δύο χρόνους, άρα 48 ετών ζει την Σταύρωση, την Ανάσταση και την Ανάληψή Του. Έζησε μετά απ' την Πεντηκοστή άλλα έντεκα χρόνια και εκοιμήθη στη Γεσθημανή.

Ήταν 59 ετών.

Οι τελευταίες στιγμές της Παναγίας


(Ιωάννου Γεωμέτρου -10ος αιώνας)
Η Μητέρα του Θεού λοιπόν έδειξεν εις τούς Αποστόλους, όπου ήδη το εγνώριζαν, το σύμβολον της αναχώρησεώς της, τον φοίνικα, τους μετέδωσε επίσης ευλο­γία και ανάλογη παρηγορία και αφού τους ομίλησε περί της εξόδου της και τους προθυμοποίησε διά το κήρυγμα, τους εξέθεσε δι’ ολίγων ολόκληρη την οικονομία της αποστολής τους. Έπειτα ασπάσθηκε τον Πέτρο και τους άλλους Αποστόλους, “χαίρετε”, λέγουσα, “τέκνα και φίλοι και μαθηταί του Υιού και Θεού μου και θεω­ρείτε εαυτούς μακάριους, όπου ηξιώθητε τοιούτου διδασκάλου και Δεσπότου και διακονίας τοιούτων μυστηρίων και της κοινωνίας των διωγμών και παθημάτων Του, διά να γίνετε κοινωνοί της δόξης και Βασιλείας Του”.
Αφού τους ανήγγειλε περί των τελευταίων γεγονότων, τους εζήτησε να ψάλ­λουν τους επιταφίους ύμνους, ενώ Εκείνη άρχισε τις προς τον Θεόν ευχαριστίες της.
Η προσευχή της Θεοτόκου
«Ευλογώ σε”, έλεγε, “Δέσποτα και Θεέ και Υιέ του Θεού του προανάρχου Σου Πα­τρός και υιέ ιδικέ μου, της δούλης Σου, χάρις εις την φιλανθρωπίαν Σου. Ευλογώ σε, οπού μας λύτρωσες εκ της κατάρας και αντ’ αυτής μάς έδωσες την ευλογίαν. Ευλογώ σε τον αίτιον όλων των αγαθών μας, της ζωής, του φωτός, της ειρήνης, της δυνατότητος να γνωρίσωμε τον Πατέρα Σου και το συνάναρχόν Σου και ζωοποιόν Πνεύμα. Ευλογώ σε Λόγε, όπου ευλόγησες την γαστέρα μου κατοίκων εν αυτή δι’ ανεκφράστου τρόπου. Ευλογώ σε, όπου τοιουτοτρόπως μας αγάπησες ώστε και υπέρ ημών να σταυρωθείς και να αποθάνεις. Ευλογώ σε, όπου κατέστησες μακαρία την κοιλία μου και πι­στεύω ότι θα εκπληρωθούν και όλα τα άλλα, περί των οποίων μου έχεις μιλήσει.
Η παράδοξος κάθοδος του Χριστού
Εις τούτα τα λόγια ακολούθησε ευθύς η παράδοξος κάθοδος του Υιού της συνοδευομένου υπό των Προφητών, των Πατριαρχών και όλων των Δικαίων, προπορευόμενων των Αγγέλων και Αρχάγγελων και των λοιπών Αγγελικών δυνάμεων. Τότε ο αέρας και ολόκληρο το σπίτι γέμισε. Όλα εκείνα όπου η Παρθένος προεγνώριζε, τότε τα έβλεπε οφθαλμοφανώς, ενώ οι άλλοι έβλεπαν μέρος αυτών των θαυμασίων, ο καθείς αναλόγως της αγιότητός του.
Έτσι η δευτέρα κατάβασις έγινε ενδοξοτέρα και φρικωδεστέρα της πρώτης, και προ­φανεστέρα δι’ όσους διέθεταν όραση πνευματική. Δεν ήσαν μόνον παρόντα τα κατώτερα αγγελικά τάγ­ματα και δυνάμεις, αλλά και αυτά ακόμη τα Σερα­φείμ και τα Χερουβείμ και οι Θρόνοι παρίσταντο μετά φόβου, ιεραρχικώς κατά τάξιν. Θεωρούσαν μετά φόβου όχι μικροτέρου (ίσως μεγαλυτέρου εκείνου θα έλεγα, αν επετρέπετο), εκπληττόμενοι διά την δευτέρα Αυτού κένωση και συγκατάβαση. Ό,τι έγινε άλλοτε προς χάριν ολοκλήρου του γένους των ανθρώπων, τώρα για μία μόνον ψυχή, για μία μόνον γυναίκα συντελείτο ένα τοιούτο θαύμα.
Η συνοδεία ήταν λαμπρά και πολυάριθμος, όπως άρμοζε διά την άφιξη του Δεσπότου και την αναχώρηση της Δεσποίνης, αλλά η θέασις των συντελουμένων, ως είπα ήδη, εγίνετο μόνον από τους καθαρθέντας, αν και η παρουσία του Δεσπότου ήταν ακατανόητος και εις αυτούς τους Μαθητάς και Αποστόλους που ήσαν πεπληρωμένοι από την δύναμη της κατοικούσης εις αυτούς χάριτος του Αγίου Πνεύ­ματος. Παρίστατο εκεί ο Χριστός με σώμα και μορφή πλήρως τεθεωμένη, λαμπροτέρα της αστραπής και της λάμψεώς της εις το Θαβώρ, αλλά μικροτέρα της φυσικής της λαμπρότητος ενώ οι Απόστολοι ήσαν ωσάν νεκροί.
Ο Κύριος ευθύς τους λέγει “ειρήνη υμίν”, όπως άλλοτε όταν εισήλθε των θυρών κεκλεισμένων, εις τον ίδιον αυτόν οίκον όπου συνήχθησαν και τότε και τώρα, τον οίκον του Ιωάννου, όπου τότε τους συγκέντρωσε διά τον φόβον των Ιουδαίων και σήμερον τους συνήγαγε διά την γεννήσασα τον Κύριον, η οποία και κατοικούσε εις αυτόν μετά του ηγαπημένου και παρθένου μαθητού, του δευτέρου και θετού υιού της.
Ακούοντες οι Μαθηταί αυτήν την γλυκεία, την πραεία και γνώριμο φωνή, ανέλαβαν θάρρος εις το σώμα και εις την ψυχή και, όσο τους ήτο δυνατόν, ύψωσαν τα μά­τια τους ως προς τον δίσκον του ηλίου, την ώρα όπου Εκείνος χαμήλωνε ολίγο την λα­μπρότητα της ανατολής Του και τους περιέλαμπε μετά φωτισμού μετριοτέρου.
Αλλά ας σταθούμε ολίγον εις τα επι­θανάτια Αυτής. Η ψυχή της ευρίσκεται σε μία συγκίνηση πελώρια και σχεδόν σκιρτά και προφθάνει ασυγκράτητος και σπεύδει να απομακρυνθεί από του σώματος ώστε το γρηγορότερον να ευρεθεί μετά του Υιού της και να προσπέσει εις τας χείρας Του και να αναχωρήσει μετ’ Αυτού. Πώς ήτο δυ­νατόν να υπομείνει την χαράν αυτήν, όπως την λύπην τον καιρόν του Πάθους, και πώς εμείς να μην επιθυμούμε να ειπούμε πως αυτή δεν πέθανε, αν και δεν το λέγομεν αυτό για να μην πούμε καινοφανή διδάγματα.
Εδάκρυσε, και πάλι έγινε ανωτέρα των δακρύων από την μεγάλη ευτυχία και το παράδοξο θέαμα, βλέπουσα μετά σώματος Εκείνον, όπου ολίγο παλαιότε­ρον τον είδε να σύρεται, να καθυβρίζεται και να κτυπάται, και ενώ περιεβάλλετο υπό τόσων μυριάδων Αγγέλων, υπό τόσης λαμπρότητος και τόσης δόξης. Έβλεπε το πρόσωπον και την μορφήν Εκείνου, του άλλοτε εμπαιζομένου και καταπτυομένου, του περιβαλλομένου την πορφυράν χλαίναν της εντροπής, να περιβάλλεται τώρα με τόσην αξία και λαμπρότητα.
Αυτόν όπου δεν είχεν είδος ουδέ κάλλος, τώρα να αστράπτει από το κάλλος της καλλοποιού θεότητός Του, τον άλλοτε νεκρόν όπου κατεδικάσθη ως αντίθεος, τον έβλεπε Θεόν και Βασιλέα και Κριτήν των πάντων, αθάνατον και ανίκητον. Ω, πώς διεμοιράζετο και πάλι με­ταξύ των αντιθέτων, όπως και εν τω καιρώ της Σταυρώσεως. Το δράμα την εγέμιζεν ευφροσύνη, υπερέχαιρεν η ψυχή της, αλλά συνεστέλλετο αναχωρούσα προς εκείνη την δόξα και λαμπρότητα.
Τώρα πλέον δοξολογούσε περισσότερο από πριν Εκείνον όπου την εδόξασε. Προσηύχετο διά τους Αποστόλους και για όλους τους παρόντας, ικέτευε για τους απανταχού πιστούς ή μάλλον υπέρ παντός του κόσμου και αυτών ακόμη των εχθρών και των σταυρωτών. Ζητούσε να λάβει από τον Δεσπότην κάποιο λόγον ή κάποιο σημείον ως εγγύηση της σωτηρίας τους, απλώνουσα ικετευτικώς τα χέρια εκείνα με τα οποία Τον ενηγκαλίζετο, κινούσα την γλώσσαν εκείνη και τα χείλη με τα οποία Τον ησπάζετο, υπενθυμίζουσα τον θηλασμόν Του, και κλαίουσα από ευτυχία, έκαμε το παν, μιγνύουσα αποχαιρετιστήριους λόγους και προσευχές.
Τότε αρχίζουν την υμνωδία οι Άγγελοι και όλοι μένουν ακίνητοι και εκστατικοί, όχι από φόβο αλλά από χαρά, οι Απόστολοι αντιφωνούν με την δική τους ψαλμωδία, και έτσι, περνώντας από το πανάγιον στόμα η υπεραγία ψυχή της, ωσάν σε ύπνο, παραδίδεται εις τον Υιόν της, διαφεύγουσα τις ωδίνες του θανά­του, όπως τις διέφυγε και κατά την γέννηση ή μάλλον με την ίδια και μεγαλυτέρα χαρά και όπως τότε, όταν ανεκφράστως προήρχετο εξ αυτής ο Υιός και Θεός της, και τώρα όπου αυτή εξήρχετο προς τον Θεόν ο οποίος παρίστατο όχι μόνο νοερώς αλλά και αισθητώς.
Ευθύς, όλοι οι Άγγελοι και μερικές άλλες αγγελικές δυνάμεις άρχισαν να ψάλλουν, και μετά του πνεύματος μεν εξήρχετο κάποια άφθονος και ανεξήγη­τος ευωδία, ενώ το σώμα περιεβάλλετο από πλούσιο και απλησίαστο φως, ώστε και ο αέρας γέμισε από ήχους και άσματα, περισσότερο όμως από την ευχάριστον ευωδία, το δε σώμα ακτινοβολούσε από παντού, ώστε να γίνεται κάπως αθέατο. Έτσι λοιπόν διαμοιράζονται την Παρθένον, οι μαθηταί και ο Διδάσκα­λος, τα επίγεια και τα ουράνια, όπως και μετ’ ολίγον ο ουρανός και ο παράδει­σος. Ο Κύριος και τα περί αυτόν λειτουργικά πνεύματα έλαβαν την ψυχή, ενώ οι μαθηταί το σώμα.

   ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ: ΣΤΑΧΤΗ ΕΙΜΑΙ ΚΑΙ ΠΗΛΟΣ...


15Τίποτε δεν είναι τυχαίον εις τον κόσμο.Την ζωή μας και όλα τα της ζωής μας τα διοικεί ο Δεσπότης Χριστός.Εις τον πόνον και τας πικρίας μας έρχεται εις συνάντησιν το Άγιο Πνεύμα και εξάγει χαράν θεοδώρητον. Δεν αντιλαμβανόμεθα πολλάκις την παρουσίαν του,διότι είμεθα απερροφημένοι από την καθημερινότητα των μεριμνών μας.

Όμως Aυτό, πνέον όπου θέλει, πνέει και εις την καρδίαν μας κα την δροσίζει. Ως βάλσαμον χύνεται επάνω μας η θεία παράκλησις. Το έλεος του Θεού κατέρχεται από τον ουρανόν κα πλημμυρίζει την ζωήν μας. Όσον πιο πολλαί είναι αι οδύναι μας τόσο περισσότεραι αι επισκέψεις του Θεού.
Ανοίγεις τα πνευματικά βιβλία και βλέπεις να σου μιλά ο Θεός.

Νοιώθεις αμέσως το φτερούγισμα του Πνεύματος. Νοιώθεις  να απαντά  ο Θεός στις απορίες σου. Βλέπεις να διαλύη τα σκοτάδια σου, να ανοίγει τους δρόμους σου, όταν υπάρχει μπροστά σου αδιέξοδο. Βλέπεις να μην αφήνει κανένα σημάδι σκοτεινό  μέσα στο περασμά σου. Τότε γεμάτος χαρά φωνάζεις “νυν ηρξάμην λαλήσαι προς τον Κύριο μου. Εγώ δε ειμί γη και σποδός”. Άρχισα να κουβεντιάζω με τον Θεό μου, με τον Χριστόν μου. Και τι είμαι εγώ που μιλάω μαζί του;

Στάχτη είμαι, πηλός είμαι. Μου κάνει όμως αυτήν την χάρι ο Θεός.

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ ΑΜΙΛΙΑΝΟΣ ΣΙΜΩΝΟΠΕΤΡΙΤΗΣ

                                          Γερόντισσα Γαβριηλία:
                 Όλοι πεινούν και διψούν για Αγάπη! (αποφθέγματα)

Γερόντισσα Γαβριηλία:Όλοι πεινούν και διψούν για Αγάπη! (αποφθέγματα) facebook share
Κάθε τόπος μπορεί να γίνει τόπος Ανάστασης. Φτάνει να ζείς την Ταπείνωση τού Χριστού.

Να κοιμάσαι. Φτάνει να είσαι σέ εγρήγορση.

Υπάρχουν άνθρωποι που αγρυπνούν για μερικούς, και υπάρχουν άνθρωποι που αγρυπνούν για όλους.

Όχι μιά γνώση που μαθαίνεις, αλλά μιά γνώση που παθαίνεις. Αυτή είναι η Ορθόδοξη Πνευματικότητα.

Μη θέλεις τα πολλά, τα παραδίπλα σου, ή τα πέρα μακρυά. Αντίθετα φρόντισε αυτό το λίγο που έχεις να το Αγιάσεις.

Η ζωή της Εκκλησίας βρίσκεται πέρα από κάθε ηθική πειθαρχία ή θρησκευτικά καθήκοντα. Είναι υπέρβαση της Ηθικότητας στην Πνευματικότητα.

Μη στερείς τους άλλους από  τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι, από τον Άρτο της Ζωής που σου προσφέρει Ολόκληρο ο Κύριος.   Όλοι πεινούν και διψούν για Αγάπη.
Γερόντισσα Γαβριηλία